Esperanto | Lingvoj | Fakoj | ktp. |
α β γ δ ε ζ η θ ι κ λ μ ν ξ ο π ρ σ τ υ φ χ ψ ω ? greka κ...καθένας, όλοι: ĉiuκαινούργιος: nova καιρός: vetero καλλίπυγος: belpuga καλλυντικά: kosmetiko καλουπιάζω: ŝimi καλπάζω: galopi καλπασμός: galopo κάλτσα: ŝtrumpo καμάκι: harpuno κάμπια: larvo καμυλοπάρδαλη: ĝirafo κανείς: neniu κανένας: neniu καννίβαλος: hommanĝulo κάνω γαργάρες: gargari κάνω ζιγκ-ζαγκ: zigzagi καπέλλο: ĉapelo Καππαδοκία: Kapadokio καραόκε: karaokeo καρύδι: nukso καρφί: najlo καρφώνω: najli καστανοκίτρινος: beja κατακόμβες: nekropolo κατάστηρα: vendejo κατάσχω: lombardi κατεργάζομαι: ellabori κατσαβίδι: ŝraŭbilo κέδρος: cedro κενό: vakuo κενοτάφιο: cenotafo κένταυρος: centaŭro κεντρικός: centra κέντρο: centro κεντροθετώ: centri κεντρομόλος: centripeta κεντρώος: centra κεράσι: ĉerizo κερασιά: ĉerizujo Κέρβερος: Cerbero κεφάλαιο: ĉapitro κεφαλόπ οδα: cefalopodoj κήλη: hernio κήπος: ĝardeno κηπουρ ός: ĝardenisto κητοειδή: cetacoj Κιλικία: Kilikio Κίνα: Ĉinujo, Ĥinujo κινέζος: ĉino, ĥino κινόα: kvinoo κίρρωση: cirozo κιρσός: variko κιτριά: cedratujo κίτρο: cedrato κλαίω: larmi κληματαριά: vinberarbo, vito κληματίδα: liano κληρονόμημα: heredaĵo κληρονομιά: heredaĵo κληρονομικός: hereda κληρονομώ: heredi κληρώνω: lotado κλήρωση: lotumi κλητική: vokativo κλητική πτώση: vokativo, vokkazo κόγχη: orbito κοδράντης: kodranto κοιλάδα: valo κοιλιά: ventro Κοινὴ: kojneo κόκαλο: osto κόκκινο: ruĝa κολεός: vagino κολλάω ή κολλώ: glui κόλπος: vagino κολυμπώ: naĝi Κολχίς: Kolĥido κομψός: ŝika κότερο: jaĥto κουρασμένος: laca κρανίο: cerbujo κρασί: vino κρεατοελιά: veruko κρεβ(β)άτι: lito κρεινοειδή: liliacoj κρεμμύδι: cepo κριθάρι: hordeo κρίνος: lilio Κριός: Ŝafo Κρόνος: Krono, Saturno κρύο: malvarmo κρύος: malvarma κτηνίατρος: bestkuracisto, veterinaro κυάλια: dulorneto κυδώνι: cidonio κυδωνιά: cidoniarbo κυκλάμινο: ciklameno κυκλοειδές: cikloido κύκλωμα: cirkvito κυκλώνας: ciklono κύκλωπας: ciklopo κυκλώπειος: ciklopa κύκνος: cigno κύλινδρος: cilindro κυματοθραύστης: ĝeto κύμβαλο: cimbalo κύνικος: cinika κυνισμός: cinikismo κυπαρίσσι: cipreso κυπρινοειδή: ciprinedoj κυπρίνος: ciprino Κυριακή: dimanĉo Κύριλλος: Cirilo κύστη: veziko κυτταρίνη: celulozo κυψελίδα (του ωτός): cerumeno κώνειο: cikuto Κωνσταντινούπολη: Istanbulo, Konstantinopolo |